
Στο άδειο σπιτάκι καμένο από ήλιο δίπλα στα γαλάζια νερά του ονείρου συμφωνήσαμε συνωμοτικά με την ώρα της νύχτας. θα σου έδινα να πιεις και θα σου ζητούσα να πιω. Ξεθεωμένη στην βύθιση είχε εξαφανιστεί το μαύρο άνθος που βγήκε μέσα απ'την κοιλιά σου-το 'χε πάρει η νύχτα για δικό της -γελούσατε μεθυσμένες σαν δύο φίλες που μοιράζονται τα πάντα.Εγώ αποκαμωμένος είχα κοιμηθεί.