Τα χριστουγεννιάτικα φώτα στο λιμάνι διακοσμούν
την ελπίδα αθεράπευτων ευχών.
Άνθρωποι και κύματα πάνε κι έρχονται.
Ο καπνός απ'τα φουγάρα προβάρει σκονισμένα
σακάκια και μπαλωμένες φόδρες.
Η Βηθλεέμ είναι καφενείο έξω απ'το λιμάνι.
Ένας θαμώνας δια-περαστικός απαγγέλλει ανόμοιους στίχους.
Άλλοτε προσπαθεί να θυμηθεί και άλλοτε να ξεχάσει.
Τρικλίζουν και πέφτουν οι στίχοι μη βρίσκοντας έδαφος να ανθίσουν.
Δίπλα του όλων των εθνών η ποικιλία των οίνων χωρίς κολλάρισμα.
Στο ξύλινο πάτωμα του καφενείου πεταμένα κάποια γραμμάτια που δεν πληρώθηκαν ποτέ.
Το γραμμόφωνο χαλασμένο αρνείται τον θόρυβο των τραγουδιών.
Στην άκρη του χώρου καθισμένη μια γυναίκα μόνη,χωρίς ηλικία,
γοητευτική στην σιωπή της θα αρχίσει να γράφει για ότι δεν πρόλαβε να δώσει στο παιδί.
Στο καφέ της θα πέσουν λίγες ακόμα σταγόνες νερό.
Έξω απ'το καφενείο στον χωμάτινο δρόμο τα ξυπόλυτα παιδιά παρακολουθούν
τις σβούρες να γυρίζουν-στην έρημο της σκέψης-θα ανακαλύψουν την όλη εικόνα
καθώς αρχίζει να δύει ο ήλιος θα χαμογελάσουν στο μυστικό και θα κεραστούν από αυτό.
αλέξης γεωργαντάς 25 Δεκεμβρίου Τετάρτη
αλέξης γεωργαντάς 25 Δεκεμβρίου Τετάρτη